Αλ. Τσίπρας: Ευρωπαϊκή πρόκληση που απαιτεί ευρωπαϊκή λύση το προσφυγικό – 4 προτάσεις (βίντεο)

O Ελληνας πρωθυπουργός, στη διάρκεια της άτυπης συνάντησης εργασίας της Ευρωπαϊκής Ενωσης στις Βρυξέλλες, τόνισε πως πρέπει να υπάρξει πολυεπίπεδη ευρωπαϊκή πρωτοβουλία, τουλάχιστον από αυτούς που ακόμη επιθυμούν η Ευρώπη να αντιμετωπίζει συλλογικά τα προβλήματά της.

Η προσφυγική κρίση είναι ευρωπαϊκή και ευρωπαϊκή πρέπει να είναι και η λύση της, επισήμανε ο πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος είπε “όχι” στην αποσπασματική αντιμετώπιση της και τις μονομερείς ενέργειες, τάχθηκε υπέρ της αλληλεγγύης, της αλληλοστήριξης και του διαμοιρασμού της ευθύνης, ενώ έθεσε με έμφαση το ζήτημα της επανένωσης των οικογενειών προσφύγων, στην παρέμβαση του στην άτυπη συνάντηση εργασίας της Ε.Ε. για το προσφυγικό/μεταναστευτικό που πραγματοποιήθηκε στις Βρυξέλλες.

Σε δηλώσεις του στους δημοσιογράφους, μετά την ολοκλήρωση της άτυπης συνάντησης, ο κ. Τσίπρας είπε ότι η προσφυγική κρίση δεν είναι παροδική και “το μεγάλο δίλημμα που έχουμε μπροστά μας είναι αν την κρίση αυτή θα την αντιμετωπίσουμε ψάχνοντας ευρωπαϊκές συλλογικές λύσεις, αντιμετωπίζοντας τη, δηλαδή, ως ευρωπαϊκή συλλογική πρόκληση, ή θα την αντιμετωπίζουμε σαν μια κρίση που αφορά αυτούς στους οποίους τα συμπτώματα εμφανίζονται και άρα θα αναζητεί κάθε χώρα ξεχωριστά εθνικές λύσεις για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα”.

Όχι σε μονομερείς ενέργειες

Ο πρωθυπουργός σημείωσε ότι η σημερινή συνάντηση ήταν προπαρασκευαστική, δεν υπήρξε κάποια απόφαση και η συζήτηση θα συνεχιστεί στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στις 28 και 29 Ιουνίου.

Οι περισσότεροι από όσους συμμετείχαν στην άτυπη συνάντηση τάχθηκαν υπέρ της αναζήτησης ευρωπαϊκής λύσης και ο Έλληνας πρωθυπουργός παρατήρησε: “Εμείς, από την πλευρά μας, τονίσαμε την ανάγκη να μην προχωρήσουμε στην αντιμετώπιση του προβλήματος αυτού αποσπασματικά. Οι μονομερείς ενέργειες σε καμιά περίπτωση δεν λύνουν προβλήματα αλλά δημιουργούν ακόμα περισσότερα”.

Αναθεώρηση του ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου

Στην παρέμβαση του στην άτυπη συνάντηση ο κ.Τσίπρας ζήτησε:

-Να υπάρξει το συντομότερο δυνατό η αναθεώρηση του ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου το οποίο έχει ξεπεραστεί από την ίδια τη ζωή.

-Να στηριχθούν οι χώρες πρώτης υποδοχής, προέλευσης και διέλευσης.

-Να συγκροτηθεί ένας ευρωπαϊκός μηχανισμός επιστροφών προσφύγων.

-Να αναβαθμιστεί η Frontex σε ευρωπαϊκή ακτοφυλακή και συνοριοφυλακή.

Πρωτοβουλίες πολυμερούς συνεργασίας

Ζήτησε να ξαναδεί η Ευρωπαϊκή Ένωση σοβαρά τόσο την υπόθεση της προστασίας των ευρωπαϊκών συνόρων, όσο όμως και την εσωτερική και εξωτερική διάσταση της μεταναστευτικής κρίσης. “Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει η Ευρώπη να προσανατολιστεί σε μια πολιτική διαμοιρασμού της ευθύνης, αλληλεγγύης και αλληλοστήριξης και όχι σε μια πολιτική που θα ρίχνει τα βάρη μονάχα στις χώρες εκείνες που δέχονται τις μεταναστευτικές ροές”, είπε ο πρωθυπουργός.

Τόνισε πως είναι ανοιχτό το που θα καταλήξει αυτή τη συζήτηση στην Ε.Ε. με δεδομένο ότι υπάρχουν διαφωνίες και πρότεινε στις χώρες που συμφωνούν σε μια συλλογική και συντονισμένη αντιμετώπιση να προχωρήσουν από κοινού σε πρωτοβουλίες πολυμερούς συνεργασίας προκειμένου να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα.

Για όσες χώρες δεν συμφωνούν με αυτή την αντιμετώπιση είπε ότι προφανώς και δεν μπορούν να καταναγκαστούν αλλά σημείωσε πως είναι βέβαιο ότι κάποια στιγμή θα βρουν μπροστά τους άλλου είδους προβλήματα και τότε ενδεχομένως και αυτές να έχουν μια αντίστοιχη αντιμετώπιση από όλες τις υπόλοιπες χώρες με αυτή που οι ίδιες δείχνουν σήμερα στο προσφυγικό πρόβλημα.

Ο κ. Τσίπρας είπε ότι η Ελλάδα θέλει να υπάρξει συντονισμένη μείωση και των δευτερογενών ροών, αλλά παρατήρησε πως τέτοιες δεν υφίστανται από τη χώρα μας διότι τα βόρεια σύνορα είναι κλειστά εδώ και αρκετό καιρό, κατόπιν μονομερών ενεργειών. Και να υπάρχουν κάποιες αυτές θα είναι εξαιρετικά περιορισμένες, από παράνομους δρόμους.

Μείωση των πρωτογενών ροών

“Για την Ελλάδα αυτό που έχει πρωτίστως σημασία και αξία είναι να εκμηδενίσουμε, αν είναι δυνατό, τις πρωτογενείς ροές, σε ότι αφορά τη συμφωνία της Ε.Ε.- Τουρκίας, διότι αντιλαμβάνεστε ότι η μείωση αυτών των παράνομων πρωτογενών ροών μπορεί να δώσει τη δυνατότητα να λειτουργήσει εποικοδομητικά η συμφωνία Ε.Ε-Τουρκίας”, τόνισε ο κ. Τσίπρας.

Εξήγησε πως αυτό “δεν σημαίνει ότι κλείνουμε τις πόρτες και τα παράθυρα στη νόμιμη μετανάστευση, αντιθέτως σημαίνει ότι κλείνουμε την πόρτα στην παράνομη δραστηριότητα των διακινητών και δίνουμε τη δυνατότητα νόμιμων ροών μέσα από τη διαδικασία του ασύλου, που, βεβαίως, είναι μια διαδικασία που σέβεται τις διεθνείς συνθήκες και τη διεθνή νομοθεσία”.

Επανενώσεις οικογενειών προσφύγων

Ο Έλληνας πρωθυπουργός έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στο ζήτημα των επανενώσεων των οικογενειών προσφύγων.

“Η Ευρώπη δεν πρέπει να δείξει ένα πρόσωπο αποκρουστικό, σε πλήρη αντίθεση με τις αρχές και τις αξίες της, ένα πρόσωπο που, δυστυχώς, δείχνουν άλλες χώρες ετούτη την εποχή, πράγμα το οποίο έχει σχολιαστεί στον διεθνή Τύπο, αλλά και αποτελεί και μια πληγή σε ότι αφορά στις πανανθρώπινες αξίες που πρέπει να διέπει τον πολιτισμό μας. Στην Ελλάδα έχουμε έναν μεγάλο αριθμό οικογενειών που χρήζουν επανένωσης και πρέπει να προβούμε άμεσα στις απαραίτητες διαδικασίες προκειμένου αυτό να επιτευχθεί”, είπε ο κ.Τσίπρας.

View image on TwitterView image on TwitterView image on Twitter

Prime Minister GR

@PrimeministerGR

Στις Βρυξέλλες, στην Άτυπη Συνάντηση Εργασίας για τη Μετανάστευση και το Άσυλο, υπό τον Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ζαν Κλοντ Γιούνκερ.

Αναλυτικά οι δηλώσεις του πρωθυπουργού:

«Είχαμε σήμερα την ευκαιρία να έχουμε μια ουσιαστική συζήτηση, προπαρασκευαστική της Συνόδου σε λίγες μέρες – την ερχόμενη Πέμπτη και Παρασκευή – πάνω στο κρίσιμο ζήτημα της μεταναστευτικής και προσφυγικής κρίσης. Η κρίση αυτή, όπως γνωρίζετε, δεν είναι μια συγκυριακή κρίση. Δεν είναι μια πρόσκαιρη υπόθεση. Θα την αντιμετωπίζει η Ευρώπη ενδεχομένως για πολλά χρόνια ακόμα. Συνεπώς νομίζω ότι – και αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία να διατυπωθεί – το μεγάλο δίλημμα που έχουμε μπροστά μας είναι αν την κρίση αυτή θα την αντιμετωπίσουμε, ψάχνοντας ευρωπαϊκές συλλογικές λύσεις, αντιμετωπίζοντάς την δηλαδή ως ευρωπαϊκή συλλογική πρόκληση ή θα την αντιμετωπίζουμε ως μια κρίση που αφορά αυτούς στους οποίους τα συμπτώματα εμφανίζονται και άρα θα αναζητά η κάθε μια χώρα ξεχωριστά εθνικές λύσεις για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα.

Στη σημερινή συζήτηση, καθότι και οι περισσότεροι εκ των συμμετεχόντων – όχι όλοι, αλλά οι περισσότεροι – προσανατολίζονται στην πρώτη άποψη, ότι είναι δηλαδή ευρωπαϊκή κρίση και πρέπει να αναζητηθεί ευρωπαϊκή λύση, ακούστηκαν σκέψεις, απόψεις. Δεν καταλήξαμε κάπου συγκεκριμένα, άλλωστε ήταν προπαρασκευαστική αυτή η συνάντηση. Νομίζω όμως ότι μπορώ τουλάχιστον να σας πω αυτά που από την πλευρά μας θέσαμε. Έθεσα λοιπόν την ανάγκη να μην προβούμε, να μην προχωρήσουμε στην αντιμετώπιση του προβλήματος αυτού αποσπασματικά. Oι μονομερείς ενέργειες σε καμία περίπτωση δε λύνουν προβλήματα, αλλά δημιουργούν ακόμη περισσότερα και ζήτησα να υπάρξει το συντομότερο δυνατό η αναθεώρηση του Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασύλου, το οποίο είχε από την ίδια τη ζωή ξεπεραστεί, η αναθεώρηση του Δουβλίνου.

Ζήτησα να υπάρξει στήριξη στις χώρες πρώτης υποδοχής, στις χώρες προέλευσης και διέλευσης. Ζήτησα επίσης να προβούμε άμεσα στη συγκρότηση ενός ευρωπαϊκού μηχανισμού επιστροφών, αλλά και στην αναβάθμιση της Frontex σε ευρωπαϊκή ακτοφυλακή και συνοριοφυλακή. Εξέθεσα την άποψη ότι θα πρέπει να δούμε εξίσου σοβαρά τόσο την υπόθεση της προστασίας των ευρωπαϊκών συνόρων όσο και την εσωτερική και εξωτερική διάσταση της μεταναστευτικής κρίσης. Τούτο σημαίνει ότι θα πρέπει η Ευρώπη να προσανατολιστεί σε μία πολιτική διαμοιρασμού της ευθύνης, αλληλεγγύης και αλληλοστήριξης και όχι σε μια πολιτική που θα ρίχνει τα βάρη μονάχα στις χώρες εκείνες που δέχονται τις προσφυγικές ροές.

Σε ό,τι αφορά το πού θα καταλήξει αυτή η συζήτηση, επαναλαμβάνω είναι ανοιχτό. Θα γίνει το Συμβούλιο σε λίγες μέρες, όπου ενδεχομένως εκεί να έχουμε μια πρώτη εικόνα,  δεδομένου – επαναλαμβάνω – ότι υπάρχουν διαφωνίες. Σε κάθε περίπτωση, εξέθεσα την άποψη ότι οι χώρες, οι οποίες συμφωνούν στο ότι πρέπει να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα αυτό συλλογικά και συντονισμένα, θα πρέπει από κοινού να προχωρήσουν σε πρωτοβουλίες πολυμερούς συνεργασίας, προκειμένου να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα. Και όσες χώρες δεν συμφωνούν με αυτή την αντιμετώπιση, προφανώς και δεν μπορούν να εξαναγκαστούν, αλλά είναι βέβαιο ότι κάποια στιγμή θα βρουν μπροστά τους άλλου είδους προβλήματα και τότε, ενδεχομένως, κι αυτές να έχουν μία αντίστοιχη αντιμετώπιση από όλες τις υπόλοιπες χώρες με αυτήν που οι ίδιες σήμερα δείχνουν στο προσφυγικό πρόβλημα.

Σε ό,τι αφορά το ζήτημα των δευτερογενών ροών, θέλω να διατυπώσω την άποψη, που εξέφρασα και στο εσωτερικό της Συνόδου, ότι, σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, ως γνωστόν, κατόπιν μονομερών ενεργειών, τα βόρεια σύνορά μας έχουνε κλείσει εδώ και πάρα πολύ καιρό. Ως εκ τούτου εμείς θεωρούμε ότι δευτερογενείς ροές από την Ελλάδα δεν υφίστανται και, εάν υφίστανται, κάποιες θα είναι από παράνομους δρόμους, θα είναι εξαιρετικά περιορισμένες. Ως εκ τούτου, δεν είναι ένα ζήτημα που εμείς θεωρούμε ότι είναι μείζον. Θέλουμε, δεν έχουμε καμία αντίρρηση, να υπάρξει συντονισμένα η προσπάθεια για τη μείωση και των δευτερογενών ροών, αλλά πρωτίστως για εμάς αξία και σημασία έχει να εκμηδενίσουμε, ει δυνατόν, τις πρωτογενείς ροές σε ό,τι αφορά την εφαρμογή της συμφωνίας Ευρωπαϊκής Ένωσης – Τουρκίας. Διότι αντιλαμβάνεστε ότι η μείωση αυτών των παράνομων πρωτογενών ροών μπορεί να δώσει τη δυνατότητα να λειτουργήσει εποικοδομητικά και δημιουργικά αυτή η συμφωνία ΕΕ – Τουρκίας, που θέλω να θυμίσω ότι δε σημαίνει ότι κλείνουμε τις πόρτες και τα παράθυρα στη νόμιμη μετανάστευση. Αντιθέτως, σημαίνει ότι κλείνουμε την πόρτα στην παράνομη δραστηριότητα των διακινητών και δίνουμε τη δυνατότητα νόμιμων ροών μέσα από τη διαδικασία του ασύλου, που βεβαίως είναι μία διαδικασία που σέβεται τις διεθνείς συνθήκες και τη διεθνή νομοθεσία.

Τελειώνοντας να επισημάνω ότι έθεσα με ιδιαίτερη έμφαση και το ζήτημα των επανενώσεων των οικογενειών και εξέφρασα την άποψη ότι η Ευρώπη δεν πρέπει να δείξει ένα πρόσωπο αποκρουστικό, σε πλήρη αντίθεση με τις αρχές και τις αξίες της. Ένα πρόσωπο, το οποίο, δυστυχώς, δείχνουν άλλες χώρες τούτη την εποχή, πράγμα το οποίο έχει σχολιαστεί στον διεθνή Τύπο, αλλά και αποτελεί, θα έλεγα, και μία πληγή σε ό,τι αφορά τις πανανθρώπινες αξίες, που πρέπει να διέπουν τον πολιτισμό μας. Συνεπώς, και αυτό αφορά ιδιαίτερα την Ελλάδα, καθώς αυτή τη στιγμή έχουμε έναν μεγάλο αριθμό περιπτώσεων οικογενειών χωρισμένων, που χρήζουν επανένωσης, πρέπει να προβούμε άμεσα στις απαραίτητες διαδικασίες προκειμένου αυτό να επιτευχθεί».

Ερώτηση: Πόσο σημαντική ήταν αυτή η συνάντηση για σας; Συζητήθηκε η συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας; Υπήρξαν διμερείς συμφωνίες;

Πρωθυπουργός: «Καταρχάς θέλω να επαναλάβω ότι σήμερα δε λάβαμε αποφάσεις. Προετοιμάσαμε το [Ευρωπαϊκό] Συμβούλιο. Νομίζω ότι υπάρχει μεγάλο δίλημμα, το οποίο χρειάστηκε να αντιμετωπίσουμε. Αυτό αφορά το εάν θέλουμε ευρωπαϊκές λύσεις σε ένα ευρωπαϊκό πρόβλημα ή εάν πιστεύουμε ότι η κάθε χώρα θα πρέπει να λύσει το πρόβλημα μόνη της. Και αυτή είναι μία ιδέα την οποία έχουν ορισμένα κράτη μέλη, τα οποία πιστεύουν ότι, αν το πρόβλημα δεν είναι στην αυλή τους, δε χρειάζεται να το αντιμετωπίσουν, να το επιλύσουν και να επιδείξουν αλληλεγγύη για κοινές λύσεις. Εγώ τάσσομαι με την πρώτη ιδέα, με την πρώτη πρόταση. Νομίζω ότι όντως πρόκειται για ευρωπαϊκό πρόβλημα και πρέπει να βρούμε ευρωπαϊκές λύσεις. Η συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας είναι μια δύσκολη συμφωνία, αλλά είναι αναγκαία. Εργαζόμαστε σκληρά, προκειμένου να υλοποιήσουμε τη συμφωνία αυτή. Δε θέλω να προβώ σε κάποιο σχόλιο σε σχέση με τις εκλογές στην Τουρκία. Νομίζω ότι υπάρχουν ενδείξεις για το ότι οι σημερινές εκλογές διεξήχθησαν πολύ δημοκρατικά. Αναμένουμε τα αποτελέσματα. Νομίζω ότι η τουρκική κυβέρνηση θα σεβαστεί τις δεσμεύσεις της, προκειμένου να εργαστούμε από κοινού για την επίτευξη δίκαιων και σημαντικών αποτελεσμάτων, καθώς και για την εφαρμογή της συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας».

Σε ερώτηση σχετικά με την ιταλική πρόταση ο Πρωθυπουργός απάντησε:
«Οι περισσότερες από αυτές τις προτάσεις είναι προτάσεις, τις οποίες έχουμε ήδη προσπαθήσει να εφαρμόσουμε. Τελικά νομίζω ότι πρέπει να καταλάβουμε πως έχουμε να διαχειριστούμε ένα πολύ δύσκολο ζήτημα, αλλά στο πλαίσιο της διεθνούς νομοθεσίας και πολύ περισσότερο στο πλαίσιο των κοινών μας αρχών και αξιών, των ανθρωπίνων αρχών και αξιών».

Σχετικά Άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

* Το email σας δεν θα εμφανιστεί